Σήμερα, είπα να μοιραστώ μαζί σας ένα ποίημα του Αζίζ Νεσίν. Ο Αζίζ Νεσίν από τους πιο γνωστούς λογοτέχνες της Τουρκίας διεθνώς κι ένα από τα
πιο φωτεινά μυαλά της γειτονικής χώρας γεννήθηκε το 1915 στη Χάλκη της Κωνσταντινούπολης. Ασχολήθηκε με την σάτιρα, ο Αζίζ δεν δίστασε ποτέ να εκφράσει τις απόψεις του και να ασκήσει κριτική στο Τούρκικο κράτος. Ο Αζίζ μαζί με άλλους αριστερούς λογοτέχνες της Τουρκίας φυλακίσθηκαν αλλά ποτέ δεν λάκισαν, έγιναν άξιοι εκπρόσωποι της Τούρκικης λογοτεχνίας, συνεχίζοντας το έργο τους μέσα από τις φυλακές.
Τον Σεπτέμβριο του 1955 συνελήφθη
μαζί με άλλους αριστερούς ως υποκινητής του Πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης.
Γρήγορα, η κατηγορία κατέπεσε, αφού ήταν φανερό ότι τα «Σεπτεμβριανά», όπως
έμειναν στην ιστορία, τα είχαν οργανώσει οι μηχανισμοί της κυβέρνησης Μεντερές.
Την προσωπική του μαρτυρία κατέθεσε στο βιβλίο του «Να κρεμαστούν σαν τα
τσαμπιά», το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Καστανιώτη».
Ο Νεσίν, άσκησε κριτική και στον Εβρέν, για την οποία καταδικάστηκε. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε στη μάχη κατά του θρησκευτικού φανατισμού και εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους επικριτές του Ισλάμ, για τον λόγο αυτό αποτέλεσε και μεγάλο εχθρό των Ισλαμιστών και επικηρύχτηκε από έναν επιχειρηματία για το ποσό των 100.000 δολαρίων.
Ο Νεσίν, την δεκαετία του 1990 ξεκίνησε να μεταφράζει ένα από τα απαγορευμένα βιβλία του Ισλάμ, τους "Σατανικούς Στίχους" του Ρούσντι, ο οποίος κατηγορήθηκε σε θάνατο καθώς το βιβλίο αυτό κρίθηκε προσβλητικό προς το Μωάμεθ.
Στις 2 Ιουλίου του 1993 πλήθος μουσουλμάνων πολιόρκησε και πυρπόλησε το ξενοδοχείο στη πόλη Σίβας της Τουρκίας, κατά την διάρκεια μια πολιτιστικής εκδήλωσης Αλεβιτών την οποία παρακολουθούσε και ο Νεσίν. 37 άτομα βρήκαν θάνατο και η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ κατηγόρησε τον ίδιο τον Νεσίν ως υπαίτιο καθώς προκάλεσε το πλήθος.
Ο Αζίζ Νεσίν, πέθανε τον Ιούλιο του 1995 από καρδιακή προσβολή σε βιβλιοπωλείο της Σμύρνης την ώρα που υπέγραφε βιβλία. Ο Νεσίν έπασχε από πολλά προβλήματα υγείας. Σύμφωνα με την επιθυμία του τάφηκε χωρίς καμία τελετή μυστικά στην περιοχή του ιδρύματος "Αζίζ Νεσίν"
Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις τόσο στη Τουρκία όσο και στο εξωτερικό, ανάμεσα στα βραβεία που του απονεμήθηκαν ήταν και αυτό της ελληνοτουρκικής φιλίας το "Αντί Ιπεκτσί". Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 30 γλώσσες, μεταξύ αυτών και τα Ελληνικά.
Ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα του Νεσίν είναι και το "Σώπα μη μιλάς"
Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ’ τη φωνή σου, σώπασε
κι επιτέλους
αν ο λόγος είναι άργυρος
η σιωπή είναι χρυσός.
Τα πρώτα λόγια, οι πρώτες λέξεις
που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα
μού ‘λεγαν: «σώπα».
Στο σχολείο μού ‘κρυψαν την αλήθεια τη μισή
και μού ‘λεγαν: «εσένα τι σε νοιάζει; σώπα!»
Με φιλούσε το πρώτο αγόρι
που ερωτεύτηκα και μού ‘λεγε:
«κοίτα, μην πεις τίποτα, και…σώπα!»
Κόψ’ τη φωνή σου, μη μιλάς, σώπαινε.
Κι αυτό βάστηξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.
Ο λόγος του μεγάλου, η σιωπή του μικρού.
Έβλεπα αίματα στα πεζοδρόμια
«τι σε νοιάζει, μού ‘λεγαν,
θα βρεις το μπελά σου – τσιμουδιά, σώπα».
Αργότερα φώναζαν οι προϊστάμενοι:
«μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, και σώπα».
Παντρεύτηκα κι έκανα παιδιά και τα ‘μαθα να σωπαίνουν.
Ο άντρας μου ήταν τίμιος κι εργατικός
κι ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή που του έλεγε «σώπα».
Στα χρόνια τα δίσεχτα οι γείτονες με συμβούλευαν:
«μην ανακατεύεσαι, πες πως δεν είδες τίποτα και σώπα».
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμία ζηλευτή
μας ένωνε όμως το «σώπα».
Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι κι οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του «σώπα»,
και μαζευτήκαμε πολλοί,
μια πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη
αλλά μουγκή!
Πετύχαμε πολλά και φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα
κι όλα πολύ εύκολα, μόνο με το «σώπα».
Μεγάλη τέχνη αυτή, το «σώπα».
Μάθε το στα παιδιά σου, στη γυναίκα σου, στην πεθερά σου
κι αν νιώθεις την ανάγκη να μιλήσεις, ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν’ την να σωπάσει.
Κόψ’την σύρριζα.
Πέταχ ‘την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο απ’ τη στιγμή
που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.
Δεν θα ‘χεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δεν θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου
και θα γλιτώσεις απ’ το βραχνά
να μιλάς χωρίς να μιλάς
να λες «έχετε δίκιο, είμαι με ‘σας».
Αχ, πόσο θα ‘θελα να μιλήσω ο κερατάς
και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.
Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ’ την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια. Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις
κόψε τη γλώσσα σου.
Για να ‘σαι τουλάχιστον σωστός
στα σχέδια και τα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και παροξυσμούς
κρατώ τη γλώσσα μου
γιατί νομίζω πως θα ‘ρθει η στιγμή
που δε θ’ αντέξω
και θα ξεσπάσω και δε θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω μ’ έναν φθόγγο
μ’ έναν ψίθυρο μ’ ένα τραύλισμα με μια κραυγή
που θα μου λέει: ΜΙΛΑ !
Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις τόσο στη Τουρκία όσο και στο εξωτερικό, ανάμεσα στα βραβεία που του απονεμήθηκαν ήταν και αυτό της ελληνοτουρκικής φιλίας το "Αντί Ιπεκτσί". Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 30 γλώσσες, μεταξύ αυτών και τα Ελληνικά.
Ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα του Νεσίν είναι και το "Σώπα μη μιλάς"
Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ’ τη φωνή σου, σώπασε
κι επιτέλους
αν ο λόγος είναι άργυρος
η σιωπή είναι χρυσός.
Τα πρώτα λόγια, οι πρώτες λέξεις
που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα
μού ‘λεγαν: «σώπα».
Στο σχολείο μού ‘κρυψαν την αλήθεια τη μισή
και μού ‘λεγαν: «εσένα τι σε νοιάζει; σώπα!»
Με φιλούσε το πρώτο αγόρι
που ερωτεύτηκα και μού ‘λεγε:
«κοίτα, μην πεις τίποτα, και…σώπα!»
Κόψ’ τη φωνή σου, μη μιλάς, σώπαινε.
Κι αυτό βάστηξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.
Ο λόγος του μεγάλου, η σιωπή του μικρού.
Έβλεπα αίματα στα πεζοδρόμια
«τι σε νοιάζει, μού ‘λεγαν,
θα βρεις το μπελά σου – τσιμουδιά, σώπα».
Αργότερα φώναζαν οι προϊστάμενοι:
«μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, και σώπα».
Παντρεύτηκα κι έκανα παιδιά και τα ‘μαθα να σωπαίνουν.
Ο άντρας μου ήταν τίμιος κι εργατικός
κι ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή που του έλεγε «σώπα».
Στα χρόνια τα δίσεχτα οι γείτονες με συμβούλευαν:
«μην ανακατεύεσαι, πες πως δεν είδες τίποτα και σώπα».
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμία ζηλευτή
μας ένωνε όμως το «σώπα».
Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι κι οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του «σώπα»,
και μαζευτήκαμε πολλοί,
μια πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη
αλλά μουγκή!
Πετύχαμε πολλά και φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα
κι όλα πολύ εύκολα, μόνο με το «σώπα».
Μεγάλη τέχνη αυτή, το «σώπα».
Μάθε το στα παιδιά σου, στη γυναίκα σου, στην πεθερά σου
κι αν νιώθεις την ανάγκη να μιλήσεις, ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν’ την να σωπάσει.
Κόψ’την σύρριζα.
Πέταχ ‘την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο απ’ τη στιγμή
που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.
Δεν θα ‘χεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δεν θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου
και θα γλιτώσεις απ’ το βραχνά
να μιλάς χωρίς να μιλάς
να λες «έχετε δίκιο, είμαι με ‘σας».
Αχ, πόσο θα ‘θελα να μιλήσω ο κερατάς
και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.
Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ’ την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια. Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις
κόψε τη γλώσσα σου.
Για να ‘σαι τουλάχιστον σωστός
στα σχέδια και τα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και παροξυσμούς
κρατώ τη γλώσσα μου
γιατί νομίζω πως θα ‘ρθει η στιγμή
που δε θ’ αντέξω
και θα ξεσπάσω και δε θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω μ’ έναν φθόγγο
μ’ έναν ψίθυρο μ’ ένα τραύλισμα με μια κραυγή
που θα μου λέει: ΜΙΛΑ !